Ο τρόπος αντίδρασης στο στρες επηρεάζει τη γενική υγεία
Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται και αντιδρά κάποιος στα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής είναι πιο σημαντικός για την υγεία από το πόσο συχνά αντιμετωπίζει στρες, αναφέρει νέα έρευνα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, όσο πιο αρνητικά αντιδρά κάποιος σε μια κατάσταση τόσο πιο πιθανό είναι να βρίσκεται ενδεχομένως σε κίνδυνο εμφάνισης καρδιοπάθειας.
Η ερευνητική ομάδα θέλησε να διαπιστώσει αν το καθημερινό στρες και η μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού συνδέονται.
Πιθανή οδός που συνδέει το στρες με μελλοντική καρδιοπάθεια είναι μια απορρύθμιση του αυτόνομου νευρικού συστήματος.
Η Nancy L Sin, του Pennsylvania State University, δήλωσε ότι η μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού είναι καλύτερη για την υγεία καθώς αντικατοπτρίζει την ικανότητα ανταπόκρισης στις προκλήσεις.
Πρόσθεσε, ότι άνθρωποι με χαμηλότερη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και πρόωρου θανάτου.
Η κατάθλιψη και σημαντικά στρεσογόνα γεγονότα είναι γνωστό πως είναι επιβλαβή για την υγεία. Ωστόσο, λιγότερη προσοχή έχει δοθεί στις συνέπειες που έχουν οι καθημερινές απογοητεύσεις και δυσκολίες.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε στοιχεία που συλλέχτηκαν από 909 συμμετέχοντες, μεταξύ 35 και 85 ετών, περιλαμβανομένων καθημερινών τηλεφωνικών συνεντεύξεων για 8 συνεχόμενες ημέρες, καθώς και τα αποτελέσματα ηλεκτροκαρδιογραφήματος.
Κατά τη διάρκεια καθημερινών τηλεφωνικών συνεντεύξεων ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να αναφέρουν τα στρεσογόνα γεγονότα, καθώς και τα αρνητικά συναισθήματα που είχαν νιώσει τη συγκεκριμένη ημέρα.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι συμμετέχοντες που ανέφεραν πολλά στρεσογόνα γεγονότα στη ζωή τους δεν ήταν απαραίτητα αυτοί που είχαν χαμηλότερη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού.
Άσχετα από το πόσα στρεσογόνα γεγονότα αντιμετώπιζε κάποιος αυτοί που αντιλαμβάνονταν τα γεγονότα ως πιο στρεσογόνα ή που ένιωθαν περισσότερο αυξημένα αρνητικά συναισθήματα είχαν χαμηλότερη μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού- που σημαίνει ότι μπορεί ενδεχομένως να είχαν υψηλότερο κίνδυνο καρδιοπάθειας, ανέφεραν οι ερευνητές.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Psychosomatic Medicine.