Εγκυμοσύνη και σκλήρυνση κατά πλάκας
Οι περισσότεροι άνθρωποι με σκλήρυνση κατά πλάκας πληροφορούνται τη διάγνωση της νόσου, σε μια φάση της ενήλικης ζωής κατά την οποία ασχολούνται σοβαρά με το θέμα του οικογενειακού προγραμματισμού. Η διάγνωση της ασθένειας γεννά πολλαπλά ερωτήματα, σχετικά με την πορεία της, την πρόγνωσή της, την πιθανή επιρροή της στην τεκνοποίηση δημιουργώντας συχνά ανασφάλεια και φόβο εμπρός στα αναπάντητα ερωτήματα.
Ιδιαίτερα οι γυναίκες με σκλήρυνση κατά πλάκας συχνά προβληματίζονται εάν θα πρέπει παρά την ασθένειά τους να προχωρήσουν με τον οικογενειακό προγραμματισμό τους. Οι γυναίκες αυτές δεν θα πρέπει να αποθαρρύνονται από τη δημιουργία οικογένειας εφόσον αυτή είναι η επιθυμία τους.
Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να συνεργαστούν αρμονικά η ασθενής και το οικογενειακό της περιβάλλον, ο γυναικολόγος και ο νευρολόγος για την καλύτερη δυνατή συμβουλευτική κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Ποιο είναι το ποσοστό κληρονομικότητας της ΣΚΠ;
Η ΣΚΠ δεν είναι κληρονομική νόσος (με την έννοια ότι δεν ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες κληρονομικότητας). Ωστόσο σε σχετικές έρευνες έχει διαπιστωθεί οικογενειακή προδιάθεση. Ο κίνδυνος νόσησης από ΣΚΠ στο γενικό πληθυσμό, αν και οι δύο γονείς είναι υγιείς, είναι περίπου 0,1%.
Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται σε περίπου 3%, αν ο ένας γονιός πάσχει από ΣΚΠ. Αυτό σημαίνει από την άλλη πλευρά ότι η πιθανότητα το παιδί ενός γονέα με ΣΚΠ να μη νοσήσει από τη νόσο είναι 97%. Σε μονοζυγώτες διδύμους (πανομοιότυπο γενετικό υλικό) η πιθανότητα ο/η δίδυμος/η αδελφός/ή ενός ατόμου με σκλήρυνση κατά πλάκας να νοσήσει από αυτή είναι μόνο 30%.
Σε ποιο χρονικό σημείο θα πρέπει να σχεδιαστεί μία εγκυμοσύνη;
Οι περισσότερες εγκυμοσύνες συνηθίζεται να προγραμματίζονται σε σταθερές φάσεις της νόσου, στις φάσεις δηλαδή όπου η ΣΚΠ βρίσκεται σε κλινική ύφεση. Οι γυναίκες συνήθως αναλογίζονται ‘Τώρα είμαι καλά ρυθμισμένη, άρα είμαι έτοιμη να αρχίσω μια οικογένεια’.
Φυσικά υπάρχουν και γυναίκες που μένουν έγκυες σε περιόδους υποτροπών της νόσου. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις μπορεί μία εγκυμοσύνη να προχωρήσει χωρίς φόβο και επιπλοκές, ύστερα από στενή συνεργασία της ασθενούς με τον γυναικολόγο και τον νευρολόγο.
Επηρεάζει η ΣΚΠ τη γονιμότητα;
Η γονιμότητα τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες με ΣΚΠ δεν επηρεάζεται από τη νόσο. Περίπου 15-20% του γενικού πληθυσμού στην Ελλάδα εμφανίζουν υπογονιμότητα, κάτι το οποίο μπορεί να εμφανιστεί στο ίδιο ποσοστό και σε ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας.
Μπορούν οι γυναίκες με ΣΚΠ να υποβάλλονται σε θεραπεία γονιμότητας;
Οι μελέτες δείχνουν επί του παρόντος ότι μία ορμονική θεραπεία, στα πλαίσια μίας εξωσωματικής γονιμοποίησης, πιθανώς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης υποτροπής της νόσου. Από την άλλη πλευρά δεν σημαίνει ότι η παραπάνω θεραπεία, επί ισχυρής ένδειξής της, δεν θα πρέπει να πραγματοποιηθεί.
Φρόνιμο είναι να γίνει σε συνεννόηση του γυναικολόγου με τον θεράποντα νευρολόγο.
Θα πρέπει οι ασθενείς με ΣΚΠ και επιθυμία τεκνοποίησης να συμβουλευθούν τον νευρολόγο τους πριν από μία εγκυμοσύνη;
Είναι σημαντικό οι γυναίκες με σκλήρυνση κατά πλάκας κατά τον οικογενειακό τους προγραμματισμό και πριν από μία εγκυμοσύνη να συμβουλευθούν τον θεράποντα νευρολόγο τους, διότι πολλά ερωτήματα σχετικά με τη θεραπεία της ΣΚΠ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης προκύπτουν στην πορεία.
Έχει διαπιστωθεί ότι το 80% των γυναικών που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά συζητούν το παραπάνω θέμα με τον νευρολόγο τους. Σημείο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για αυτές, είναι η σωστή χρονική στιγμή για μία εγκυμοσύνη.
Σε ποιο χρονικό σημείο θα πρέπει να διακοπεί η προφυλακτική θεραπεία της ΣΚΠ πριν από μία εγκυμοσύνη;
Οι γενικές οδηγίες αναφέρουν ότι θα πρέπει να διακοπεί η ανοσοτροποιητική θεραπεία (π.χ με ιντερφερόνες ή οξική γλατιραμέρη) τουλάχιστον 3 μήνες πριν από μια εκγκυμοσύνη, ενώ το διάστημα αυτό αυξάνεται εάν η προφυλακτική θεραπεία είναι ανοσοκατασταλτική (π.χ.
αζαθειοπρίνη ή μιτοξαντρόνη) σε 6 μήνες πριν. Σε περίπτωση που η εγκυμοσύνη συμβεί υπό θεραπευτική αγωγή, τότε η θεραπεία αυτή θα πρέπει να διακοπεί αμέσως. Γενική συμβουλή είναι η εξατομίκευση της παραπάνω απόφασης από τον θεράποντα νευρολόγο, ανάλογα με τις επιθυμίες της γυναίκας, την ηλικία της, την προηγούμενη συχνότητα υποτροπών και την εξέλιξη της νόσου αλλά και την ακολουθούμενη έως τότε θεραπεία.
Πώς η επηρεάζει η ΣΚΠ τη γέννηση ενός παιδιού;
Στις γυναίκες με σκλήρυνση κατά πλάκας, υπάρχει η τάση οι χειρουργικές επεμβάσεις (π.χ. καισαρική τομή) να είναι πιο συχνές από τον φυσιολογικό τοκετό. Τα νεογνά φυσιολογικών μητέρων είναι συνήθως ελαφρύτερα σε σχέση με τα παιδιά των μητέρων με ΣΚΠ.
Η διαφορά βάρους είναι ωστόσο μόνο 100-150 γραμμάρια και δεν θεωρείται στατιστικώς σημαντική.
Πώς επηρεάζει η εγκυμοσύνη και η γέννηση ενός παιδιού την πορεία της ΣΚΠ;
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μειώνεται σταδιακά το ποσοστό υποτροπής της ΣΚΠ, αγγίζοντας το 0 %, στο τελευταίο τρίμηνο της κύησης. Στο σύνολο της εγκυμοσύνης μόνο το 25% των γυναικών με ΣΚΠ εμφανίζουν υποτροπή της νόσου.
Κατά τους πρώτους τρεις μήνες μετά τη γέννηση, το ποσοστό αυτό αυξάνεται, ωστόσο, σημαντικά. Περίπου το 30% των γυναικών με ΣΚΠ εμφανίζουν σε αυτή την χρονική περίοδο υποτροπές της νόσου. Αυτό σημαίνει παράλληλα όμως ότι το 70% συνεχίζει να μην εμφανίζει υποτροπή της νόσου.
Η βαρύτητα ωστόσο των ώσεων δεν αλλάζει κατά τη διάρκεια και μετά την εγκυμοσύνη σύμφωνα με σχετικές έρευνες.
Πώς εξηγείται η ευνοϊκή πορεία της ΣΚΠ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης;
Θεωρείται σήμερα ότι η εγκυμοσύνη εμφανίζει ανοσοτροποποιητική δράση επηρεάζοντας θετικά την πορεία της ΣΚΠ. Σημαντικό ρόλο στο μηχανισμό αυτό, φαίνεται να παίζουν οι ορμονικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα κατά την πορεία της κύησης και επηρεάζουν θετικά το ανοσοποιητικό σύστημα της γυναίκας, προς όφελος τόσο του εμβρύου όσο και της πορείας της νόσου.
Οι νέες ορμονικές μεταβολές μετά τη γέννα, επιδρούν από την άλλη πλευρά αρνητικά στον ανοσολογικό σύστημα, αυξάνοντας εκ νέου τον κίνδυνο εμφάνισης υποτροπής της νόσου.
Ποια είναι η επίδραση του θηλασμού στην πορεία της ΣΚΠ;
Τα στοιχεία από κλινικές μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία και τις ΗΠΑ αποδεικνύουν ότι ο αποκλειστικός μητρικός θηλασμός του νεογνού μέχρι και τους πρώτους τρεις μήνες μειώνει σημαντικά τα ποσοστά υποτροπής της ΣΚΠ.
Τα ποσοστά αυτά ανεβαίνουν εκ νέου και εξισώνονται με αυτά του γενικού πληθυσμού με ΣΚΠ, ύστερα από περίπου 6 μήνες με 1 χρόνο. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα συνιστάται από νευρολόγους ο θηλασμός των νεογνών από μητέρες με ΣΚΠ, εφόσον φυσικά δεν υπάρχει γυναικολογική ή άλλη αντένδειξη (π.χ. μαστίτιδα).